Τρίτη 27 Μαΐου 2014

ο δερματολόγος

Ο δερματολόγος μου μάλλον με κοροϊδεύει.
Κάθε φορά που πάω να τον δω
για να του δείξω μιαν αλλόκοτη ελιά
ή ένα απροσδιόριστο εξάνθημα,
αυτός τα βρίσκει όλα αυτά ασήμαντα
και αμέσως σε άλλα θέματα γυρίζει την κουβέντα.

"Και όλα ετούτα τα σπυριά, γιατρέ;"
"Είδες ποδόσφαιρο εχθές;
Μάλλον το πάει για βροχή...
Έρχονται νέοι φόροι!"

Ειλικρινά, πασχίζει η επιδερμίδα μου το ενδιαφέρον του να έλξει,
μα μέσα στην επιδερμική του ανάγνωση με τίποτα δεν καταφέρνει να τρυπώσει.

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

υπηρεσία

Χθες είχα υπηρεσία.
Δεν ήταν η δική μου η σειρά,
μα λείπατε όλοι εσείς
και σας αντικατέστησα.
Όλα,
ευτυχώς,
συνέβησαν σωστά και προβλεπόμενα.
Τίποτα το μεμπτόν στην προσοχή μου δεν υπέπεσε.
Στο τέλος συνέταξα τη σχετική αναφορά.
Κι ήρθε η καινούρια μέρα.

Δευτέρα 19 Μαΐου 2014

τον μάιο

Τον Μάιο οι νόμοι περί ανταγωνισμού
Καταστρατηγούνται.
Τον Μάιο ο ήλιος ανατέλλει διά της απευθείας αναθέσεως.

Σάββατο 10 Μαΐου 2014

«Τι κάνετε μες στη βροχή;»
«Τι θες να κάνω; Βρέχομαι.»
«Γιατί δεν πάτε μέσα;»
«Με έδιωξαν. Για αυτό. Αλλά και να μην με έδιωχναν αυτοί, εγώ εδώ δεν θα ξαναπατούσα.»
«Πώς κι έτσι;»
«Δεν μου αρέσει η μουσική.»
«Κι εσείς τραγουδούσατε άλλα τραγούδια, άσχετα.»
«Ναι, φίλε μου. Και τους πείραξε αυτό. Κατάλαβες;»
«Κατάλαβα.»
«Τους πείραξε που τραγουδούσα.»
«Μα δεν μπορεί. Όλο και κάτι άλλο θα τους κάνατε. Δεν διώχνουν τον κόσμο έτσι εύκολα.»
«Ήμουν χαρούμενος.»
«Γιατί;»
«Κι εσένα τι σε νοιάζει;»
«Όλα με νοιάζουν. Είμαι αστυνομικός.»
«Λες ψέματα.»
«Δεν μοιάζω, ε;»
«Όχι.»
«Τώρα. Τι λες; Λίγο καλύτερα;»
«Όπα, ρε φίλε! Εντάξει, σε πιστεύω.»
«Λοιπόν;»
«Τι λοιπόν;»
«Γιατί ήσουν χαρούμενος;»
«Δεν ήμουν. Είμαι ακόμα.»
«Γιατί; Δεν θα ρωτήσω τέταρτη φορά.»
«Γιατί ακόμα είμαι ζωντανός. Λίγο νομίζεις είναι;»
«Και είπες να το γιορτάσεις;»
«Ε, ναι. Πού θα ξανάβρισκα τέτοια καλή παρέα;»
«Αυτοί σε θέλαν για παρέα τους;»
«Λίγο αυτό με νοιάζει.»
«Και γιατί διάλεξες αυτό από όλα τα μπαρ της πόλης.»
«Γιατί τα άλλα ήταν κοντά. Είχε αρχίσει ήδη η βροχή και ήθελα, μέχρι να φτάσω, να έχω γίνει μούσκεμα.»
«Ήπιες πολύ;»
«Αν με κερνούσανε, μπορούσα περισσότερο.»
«Κάπνισες;»
«Ολόκληρο πακέτο.»
«Που είναι;»
«Μου τελείωσε. Το πέταξα.»
«Και τα τσιγάρα πώς τα άναβες;»
«Ζητούσα αναπτήρα.»
«Από ποιον;»
«Από όλους. Πρώτα ζήτησα από τον μπάρμαν. Αλλά αυτός δεν κάπνιζε. Μετά από τη σερβιτόρα. Αυτή μου έδωσε τρεις-τέσσερις φορές. Ύστερα για κάποιο λόγο θύμωσε και ούτε που με κοιτούσε. Ζήτησα τότε από τους δύο φίλους που καθόντουσαν στην άκρια. Αυτοί πρώτα μου έδωσαν. Όμως μετά άρχισαν να γελάν μαζί μου και να με κοροϊδεύουνε. Μου λέγανε διάφορα. Τότε πήγα στο τραπέζι που ήταν το ζευγάρι εκείνο και φιλιόντουσαν. Το ξέρω, τους διέκοψα, μα ήθελα να καπνίσω. Μου έδωσαν δύο φορές. Κατάλαβα πως ενοχλώ και δεν ξαναπλησίασα. Στο τέλος ζήτησα από τη μικρή. Αυτήν την ήξερα. Την είχα κάπου ξαναδεί. Τη λένε Μαρία. Μου είπε όμως ψέματα, πως δήθεν δεν καπνίζει. Της είπα ότι την έχω δει σε άλλα μπαρ. Θυμόμουν ότι κάπνιζε. Νόμιζα ότι θα παρεξηγιόταν, μα αυτή μου χαμογέλασε. Μου είπε να έρθω, να της ξαναζητήσω πιο μετά. Κατάλαβα πως είχε κάτι να μου πει και πως δεν ήθελε να την ακούσει ο άλλος.»
«Ποιος άλλος;»
«Αυτός που έχει και το μαγαζί. Καθότανε ανάμεσά μας.»
«Και; Τι έκανες εσύ;»
«Έκανα αυτό που μου είπε. Κάθισα και περίμενα. Κάποια στιγμή τον είδα να βγάζει το τηλέφωνο. Πήρε ένα τσιγάρο από το πακέτο του κι ύστερα βγήκε έξω. Τότε κι εγώ σηκώθηκα να της ξαναζητήσω.»
«Και τότε αυτή σου άναψε.»
«Όχι, αλλά μου έδωσε αυτόν τον αναπτήρα.»
«Το ίδιο δεν είναι;»
«Όχι, αυτός είναι του αφεντικού.»
«Και λοιπόν.»
«Δεν με προσέχεις, αστυνόμε. Σου είπα ότι ζήτησα φωτιά από όλους τους, αλλά όχι από εκείνον.»
«Γιατί;»
«Γιατί το ήξερα πως ο δικός του ο αναπτήρας πια δεν άναβε. Να, ορίστε. Δες και μόνος σου. Είναι τελειωμένος.»

*

«Καλώς τον! Τι λέει;»
«Τι να πει; Εσύ, τα νέα σου.»
«Τα ίδια.»
«Καμιά φορά καλή είναι και η επανάληψη.»
«Πως και μόνος σήμερα;»
«Θα έρθει σε λίγο και ο άλλος.»
«Είπα κι εγώ.»
«Ίσως αργήσει λίγο.»
«Γιατί είσαι έτσι, μούσκεμα; Χωρίς αμάξι ήρθες;»
«Είπα να περπατήσω, αλλά με έπιασε στο δρόμο η βροχή.»
«Κωλόκαιρος.»
«Γάμησέ τα.»
«Να σου βάλω κάτι ή θες να περιμένεις την παρέα σου;»
«Όχι. Βάλε ένα ουίσκι.»
«Ο,τι γουστάρεις.»
«Βάλε και για σένα ένα.»
«Ευχαριστώ, αλλά αν αρχίσω να πίνω από τώρα…»
«Θέλω λιγάκι να μιλήσουμε.»
«Τι έγινε;»
«Εντάξει. Μην τρομάζεις.»
«Είναι για τον…»
«Μπράβο σου. Το κατάλαβες.»
«Για αυτό ήρθες από νωρίς.»
«Αυτός τι ώρα έρχεται;»
«Θα φτάσει όπου να ‘ναι.»
«Θέλουμε να του κάνουμε απόψε μία πλάκα.»
«Βρήκατε μέρα να την κάνετε. Ξέρεις τι είναι σήμερα;»
«Ξέρω. Για αυτό και τη διαλέξαμε.»
«Με τι έχει να κάνει;»
«Μάντεψε.»
«Όχι, ρε! Δεν παίζουνε με αυτά.»
«Μην ανησυχείς. Καλό θα του κάνει.»
«Δεν είμαι και τόσο σίγουρος.»
«Κι έπειτα, τι σε νοιάζει; Έτσι κι αλλιώς δεν τα πηγαίνετε καλά.»
«Άλλο αυτό.»
«Πώς άλλο;»
«Δεν ξέρω. Πάντως δεν νομίζω εκείνος να γελάσει.»
«Να σε ρωτήσω κάτι;»
«Όχι. Εμένα μη με υπολογίζετε.»
«Όχι, ρε. Άλλο ήθελα να πω. Υπάρχει μήπως περίπτωση να έχεις μαζί σου εδώ κανέναν μαρκαδόρο;»

*

«Γεια σου! Να σε ρωτήσω κάτι;»
«Γεια!»
«Μήπως είσαι η Μαρία;»
«Ναι. Εσείς ποιος είστε;»
«Δεν με θυμάσαι;»
«Όχι.»
«Είσαι σίγουρη;»
«Έτσι νομίζω.»
«Να κάτσω λίγο;»
«Κάθεται εδώ ο κύριος που έχει το μαγαζί, αλλά βγήκε τώρα να πάρει ένα τηλέφωνο.»
«Καλά. Έτσι κι αλλιώς δεν θα σε απασχολήσω για πολύ.»
«Δεν σας θυμάμαι, πάντως.»
«Δεν χρειάζεται να μου μιλάς στον πληθυντικό, ακόμα και αν πραγματικά δεν με θυμάσαι.»
«Έχουμε ξαναμιλήσει, δηλαδή;»
«Ναι.»
«Και τι είπαμε;»
«Διάφορα.»
«Εδώ;»
«Και εδώ.»
«Και αλλού;»
«Μετά και αλλού.»
«Δεν σας πιστεύω.»
«Ούτε εγώ πιστεύω ότι δεν με θυμάσαι.»
«Νομίζω η κυρία που είσαστε μαζί δεν της πολυαρέσει που την έχετε αφήσει τώρα μόνη της.»
«Ένα τσιγάρο θα κάνουμε και θα γυρίσω στο τραπέζι μου.»
«Εγώ δεν καπνίζω.»
«Από πότε;»
«Ποτέ δεν κάπνιζα.»
«Αλήθεια, ε;»
«Δεν μου αρέσει το ύφος σας.»
«Καλά, θα καπνίσω τότε εγώ και για τους δύο.»
«Όπως νομίζετε.»
«Και σταμάτα να μου μιλάς στον πληθυντικό.»
«Όπως νομίζεις.»
«Έτσι. Πολύ καλύτερα.»
«Δεν ανάβει αυτός.»
«Το βλέπω. Και έχω αφήσει τον δικό μου στο τραπέζι μου.»
«Καλύτερα να γυρίσεις πίσω τότε.»
«Τι κάνεις μετά;»
«Μετά από τι;»
«Μετά από εδώ.»
«Μπορείς να κάνεις λιγάκι ησυχία, σε παρακαλώ; Θέλω να ακούσω αυτό το τραγούδι.»

*

«Έλα. Εγώ είμαι. Σε ξύπνησα; Περίμενε. Μην κλείνεις.»

*


«Μου δίνετε και έναν αναπτήρα, σας παρακαλώ; Έναν γαλάζιο.»

Τρίτη 6 Μαΐου 2014

«Ωραίο τραγούδι.»
«Μα που είστε τόσην ώρα; Τέσσερις φορές το έπαιξα.»
«Κάτι μου έτυχε στο δρόμο.»
«Αλήθεια, σας αρέσει;»
«Όχι, αλλά αντιλαμβάνομαι τη χρησιμότητά του.»
«Προσέξατε τους στίχους του;»
«Σοβαρευτείτε, κύριε. Κανείς δεν νοιάζεται στ’ αλήθεια για τους στίχους.»
«Έχετε δίκιο. Ο καθένας άλλωστε αλλιώς τους ερμηνεύει.»
«Νόμιζα πως έχετε ήδη κλείσει.»
«Πράγματι, είμαστε κλειστά. Και το προσωπικό ακόμα έφυγε. Θέλατε κάτι άλλο;»
«Και η κυρία;»
«Α, ναι. Το ξέχασα. Είναι από το άγνωστο ζευγάρι που σας έλεγα…»
«Οι παράνομοι.»
«Ναι. Για κάποιο λόγο επέστρεψε. Της είπα ότι κλείνουμε, αλλά μου ζήτησε πολύ ευγενικά να πιει ακόμα ένα. Η αλήθεια είναι ότι την λυπήθηκα.»
«Και για να τη κάνετε να νιώσει πιο καλά παίξατε τέσσερις φορές το αγαπημένο τους τραγούδι.»
«Όχι.. για εσάς το έπαιξα. Γιατί μου το ζητήσατε.»
«Είναι εντυπωσιακό το πόσο κακό μπορούμε να κάνουμε κάθε φορά που προσπαθούμε να φανούμε καλοί.»
«Δεν το σκέφτηκα ότι θα την στεναχωρούσε.»
«Μα ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το πόσα πολλά ψέματα μπορούμε να κατασκευάσουμε κάθε φορά που επιδιώκουμε να πούμε την αλήθεια.»
«Έχετε γυρίσει με κάπως φιλοσοφική διάθεση.»
«Η δική σας πάντως η διάθεση μου φαίνεται πως πολύ πιο ανεβασμένη.»
«Γιατί το λέτε αυτό;»
«Είστε αρκετά ευδιάθετος για άνθρωπος που μόλις έπεσε θύμα κλοπής.»
«Δεν ξέρω. Ίσως όλη αυτή η ιστορία να στάθηκε ως αφορμή για να δω κάποια πράγματα καλύτερα.»
«Όπως; Τη σχέση σας με τους υπαλλήλους σας, ας πούμε;»
«Ας πούμε, ναι.»
«Τι άλλο; Με τους φίλους σας; Με τις γυναίκες; Με τη μουσική;»
«Με όλα ίσως.»
«Άρα μάλλον χρωστάτε χάρη στον κλέφτη σας.»
«Μπορεί. Ωστόσο ακόμα εξακολουθώ να θέλω τον αναπτήρα πίσω.»
«Θα φτάσουμε κι εκεί. Θα ήθελα όμως, αν δεν σας ενοχλεί, πρώτα να ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Και σας υπόσχομαι, στο τέλος της κουβέντας μας, να έχετε ξανά τον αγαπημένο αναπτήρα σας.»
«Τι άλλο;»
«Βλέπω πως η υπόσχεση μου μάλλον δεν σας συγκίνησε.»
«Ποια υπόσχεση;»
«Σας είπα, δεσμεύτηκα, να λύσω το μυστήριο και να σας επιστρέψω αυτό που απόψε σας στερήσανε.»
«Πώς είστε τόσο σίγουρος;»
«Συγγνώμη. Δεν ήθελα να σας χαλάσω την ανεβασμένη σας διάθεση.»
«Δεν μου χαλάσατε τίποτα.»
«Μου δίνετε, ξέρετε, την εντύπωση πως δεν επιθυμείτε και τόσο πια να πάρετε πίσω αυτό που σας  έκλεψαν.»
«Κάνετε λάθος.»
«Τόσο που έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι πόσο κλοπή ήταν στα αλήθεια η κλοπή αυτή.»
«Γιατί; Τι άλλο θα μπορούσε να είναι;»
«Δεν ξέρω. Μπορεί, ας πούμε, να τον ξεφορτωθήκατε.»
«Ήταν το μόνο που είχε απομείνει από εκείνη.»
«Το μόνο που με κάποιον τρόπο σας συνέδεε με μια ανάμνηση δυσάρεστη.»
«Κάνετε λάθος.»
«Ακούστε, δεν αμφιβάλλω πως τον χάσατε. Δεν λέω πως τον πετάξατε, όσο οι άλλοι δεν σας έβλεπαν. Πιστεύω πραγματικά, όπως κι εσείς, ότι κάποιο πρόσωπο από αυτά που βρίσκονταν μέσα στο μπαρ, την ώρα που εσείς τηλεφωνούσατε στην πρώην σας, πήρε είτε κατά λάθος είτε σκόπιμα τον αναπτήρα από εκεί που τον αφήσατε.»
«Τότε; Δεν σας καταλαβαίνω.»
«Αλλά πιστεύω επίσης ότι εσείς είχατε προηγουμένως δημιουργήσει όλες τις απαραίτητες συνθήκες για να συμβεί αυτή η κλοπή. Όλοι εδώ μέσα είχανε μαζί σας κάποιο θέμα. Ο μπάρμαν σας μισούσε γιατί τον εκμεταλλευόσασταν και ήξερε ότι θα έχανε τη θέση του στην πρώτη ευκαιρία. Η σερβιτόρα θύμωσε μαζί σας που παρακολουθούσατε απαθής τον συνάδελφό της να την ταπεινώνει μπροστά σε όλους τους πελάτες. Οι φίλοι σάς αντιπαθούσαν απλώς γιατί είναι φίλοι σας και επειδή εσείς προτιμούσατε να γιορτάζετε μια ανούσια επέτειο παρά να διασκεδάζετε με αυτούς και τα πειράγματά τους. Ο τρελός επίσης εκνευρίστηκε που τον θεωρήσατε τρελό και δείχνατε με κάθε τρόπο ότι η παρουσία του χαλάει το μαγαζί σας. Η μικρή –Μαρία είπαμε, σωστά;- πληγώθηκε επειδή την απορρίψατε. Και το παράνομο ζευγάρι…»
«Ναι, για πείτε μου. Σε αυτούς τους δύο άγνωστους τι το κακό τους έκανα;»
«Για ποιον λόγο, κύριε, βγήκατε για να πάρετε τηλέφωνο στην πρώην σας;»
«Σας είπα…»
«Μήπως υπήρχε κάτι που έπρεπε να μάθει εκείνη τη στιγμή και δεν μπορούσε να περιμένει μέχρι αύριο;»
«Απόψε είχαμε…»
«Πώς ήσασταν τόσο σίγουρος ότι το ζευγάρι αυτό ήτανε, όπως είπατε, παράνομο; Μήπως γιατί γνωρίζατε ότι ο κύριος είχε δεσμό με κάποιο πρόσωπο γνωστό σας; Το οποίο μόλις θα πληροφορούνταν αυτήν την, ας την πούμε, απιστία του, όχι μονάχα θα τον χώριζε, αλλά θα επέστρεφε –έτσι ελπίζατε, φαντάζομαι- στην προηγούμενή του σχέση; Η οποία σχέση, αν δεν είχε διαλυθεί, θα γιόρταζε απόψε τρία χρόνια;»
«Είναι εντελώς αυθαίρετα όλα αυτά που ισχυρίζεστε.»
«Μπορεί, αλλά τουλάχιστον είναι ενδιαφέροντα. Και η ανεξήγητη επιστροφή της κυρίας χωρίς τον συνοδό της τα κάνει ακόμα περισσότερο.»
«Τι θέλετε να πείτε;»
«Θέλω να πω ότι του την φέρατε διπλά του αντιζήλου σας. Του διαλύσατε με ένα τηλεφώνημα τόσο τον τωρινό όσο και τον μελλοντικό δεσμό του. Ενώ αυτός το πολύ-πολύ να έφυγε από εδώ μέσα παίρνοντας έναν φτηνό κι ασήμαντο αναπτήρα περιπτέρου.»
«Είστε αστείος.»
«Και αφού ξεφορτωθήκατε πελάτες και προσωπικό, τώρα σας έμεινε μόνο ο εκπρόσωπος του νόμου να τον καληνυχτίσετε κι αυτόν και να μπορέσετε στη συνέχεια απερίσπαστος να ασχοληθείτε με τη διάθεση της δυστυχούς κυρίας. Για αυτό και προφανώς δεν σας ενδιαφέρει πια η κλοπή.»
«Ποιος σας είπε πως δεν με ενδιαφέρει.»
«Θέλετε λοιπόν πίσω τον αναπτήρα σας;»
«Τον θέλω, αλλά δεν νομίζω…»
«Ορίστε.»
«Μα πώς; Πείτε μου, που τον βρήκατε;»
«Στην τουαλέτα. Κάποιος μάλλον θα τον πέταξε εκεί, όταν έμαθε ότι καλέσατε την αστυνομία. Ή ίσως κάποιος να τον έκρυψε εκεί για να ενοχοποιήσει τους υπόλοιπους.»
«Θα προτιμήσω την πρώτη ερμηνεία.»
«Να προτιμήσετε εκείνην που σας βολεύει περισσότερο. Για αυτό άλλωστε υπάρχουν οι ερμηνείες.»
«Για μια στιγμή. Κι εγώ πώς ξέρω ότι αυτός είναι αναπτήρας μου και όχι κάποιος άλλος παρόμοιος; Κάποιος αγορασμένος πριν λίγη ώρα από το περίπτερο. Ας πούμε, ο δικός σας.»
«Δεν το ξέρετε και δεν θα το μάθετε ποτέ.»
«Κύριε αστυνόμε, σας είμαι ειλικρινά ευγνώμων.»
«Που ολοκλήρωσα την έρευνα χωρίς να διαταράξω την άγνοιά σας;»
«Σας ευχαριστώ και μόνο που ασχοληθήκατε.»
«Που έκανα τη δουλειά μου.»
«Έστω, αυτό. Νομίζω πως σας κουράσαμε αρκετά. Δεν υπάρχει λόγος να σας κρατάμε άλλο.»
«Μιλάτε και εξ ονόματος της κυρίας;»
«Παρακαλώ, να παραμείνετε διακριτικός σε θέματα που δεν σας αφορούνε.»
«Χρησιμοποιείται συχνά την τουαλέτα του καταστήματος σας;»
«Ορίστε;»
«Ή την έχετε μόνο για τους πελάτες;»
«Τι; Μήπως δεν ήταν καθαρά;»
«Απόψε για παράδειγμα την επισκεφτήκατε καθόλου;»
«Ναι. Δύο φορές τουλάχιστον.»
«Ωραία. Έχετε προσέξει καθόλου αυτά που οι πελάτες σας γράφουνε εκεί μέσα;»
«Πιτσιρικάδες, βάνδαλοι. Παίρνουν τον μαρκαδόρο τους και καταστρέφουν τις ξένες περιουσίες.»
«Αλήθεια; Έτσι το βλέπετε; Κακώς τότε δεν μας φωνάξατε νωρίτερα για αυτό.»
«Τέλος πάντων. Δεν με ενδιαφέρει.»
«Κακώς, αν θέλετε τη γνώμη μου. Ξέρετε, τώρα που ήμουν εκεί, εκτός από τον αναπτήρα σας, ανακάλυψα και κάτι άλλο.»
«Στις μουτζούρες των παιδιών;»
«Στις μουτζούρες, ναι. Όπως το είπατε. Κάποιος πιτσιρικάς ή κάποιος βάνδαλος έγραψε εκεί μέσα με τον μαρκαδόρο του ένα πολύ ωραίο ποίημα.»
«Ποίημα, ε;»
«Ναι, ποίημα. Δεν ξέρω αν είναι δικό του ή το αντέγραψε από κάποιο βιβλίο, αλλά πιστέψτε με, με άγγιξε.»
«Στην τουαλέτα του μαγαζιού μου όλα αυτά.»
«Μάλιστα, κύριε. Κρίμα που τόσο καιρό δεν το είχατε προσέξει.»
«Θα είμαι πιο προσεκτικός στο εξής. Σας το υπόσχομαι.»
«Δεν χρειάζεται. Θα σας το απαγγείλω εγώ. Το αποστήθισα…
Μια σοβαρή
ανειλημμένη
υποχρέωση,
που έπρεπε σήμερα
πάσει θυσία
Δευτέρα
οπωσδήποτε,
να την τακτοποιήσω,
δε μου επέτρεψε
το ποίημα αυτό
ποτέ
να ολοκληρώσω…»
«Νομίζω πως πρέπει να πηγαίνετε.»
«Θα το ήθελα πολύ. Αλλά ακόμα βρέχει. Αν δεν σας ενοχλεί, κι αφού ακόμα είσαστε ανοιχτά, θα περιμένω λίγο. Και μάλιστα, έτσι για να περάσουμε και κάπως την ώρα πιο ωφέλιμα, λέω να κάνω και δυο-τρεις ερωτήσεις στην μοναχική κυρία.»
«Γιατί; Δεν σας καταλαβαίνω. Αφού η υπόθεση τακτοποιήθηκε.»
«Τίποτα δεν τακτοποιήθηκε. Απλώς εσείς συμβιβαστήκατε με τη λύση που σας προσέφερα.»
«Υπάρχουν κι άλλες λύσεις, δηλαδή;»
«Δεν θέλετε να ξέρετε.»
«Νομίζω πως ήδη η κυρία απόψε πέρασε πολλά.»
«Πιστέψτε με, δεν πρόκειται να τη στεναχωρήσω άλλο. Κι όσο μιλάω μαζί της εσείς, αν θέλετε, παίξτε ξανά αυτό το τραγουδάκι.»

*

«Ωραίο τραγούδι, ε;»
«Ορίστε;»
«Λέω, το τραγούδι αυτό…»
«Α, ναι. Καλό είναι.»
«Δεν σας ενθουσιάζει κιόλας.»
«Ίσως δεν ενθουσιάζομαι και τόσο εύκολα.»
«Μπορώ να καθίσω μαζί σας για λίγο.»
«Γιατί;»
«Αν δεν σας πειράζει, θα ήθελα λιγάκι να τα πούμε.»
«Έχετε συνεννοηθεί με το αφεντικό; Ξέρετε, η συντροφιά εδώ κοστίζει.»
«Α, μάλιστα. Συγνώμη δεν το ήξερα.»
«Τότε πώς και σας ήρθε να με πλησιάσετε;»
«Ήθελα απλώς να σας κάνω μερικές ερωτήσεις.»
«Σχετικά με τι;»
«Σχετικά με τη κλοπή που έγινε εδώ απόψε.»
«Είστε…;»
«Είμαστε.»
«Συγνώμη, δεν είναι αυτό που νομίζετε. Αστειευόμουν όταν σας έλεγα για…»
«Το ξέρω. Κι εγώ για αστείο το πήρα.»
«Κύριε αστυνόμε…»
«Μην πανικοβάλλεστε. Καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. Ούτε καν η δική μου. Άλλωστε, για άλλο λόγο βρίσκομαι εδώ.»  
«Δεν ξέρω αν μπορώ να σας βοηθήσω.»
«Σίγουρα μπορείτε. Για πείτε μου, λοιπόν. Που βρισκόσασταν την ώρα εκείνη;»
«Νομίζω ότι αυτό το γνωρίζετε ήδη.»
«Ναι, αλλά θα μου άρεσε να το ακούσω και από εσάς.»
«Καθόμουν εδώ, σε αυτό το τραπέζι.»
«Μόνη σας;»
«Όχι, με έναν κύριο.»
«Ο οποίος;»
«Ο οποίος έφυγε.»
«Μόνος του; Πώς κι έτσι; Μαλώσατε μήπως;»
«Κάτι του έτυχε.»
«Τον καημένο.»
«Δεν μου είπε γιατί. Πάντως έφυγε πολύ αναστατωμένος, μετά από ένα τηλεφώνημα.»
«Τον ρωτήσατε και δεν σας είπε;»
«Όχι, προτίμησα να είμαι διακριτική. Δεν θέλω να πιέζω τους άλλους διαρκώς με ερωτήσεις.»
«Για μένα το λέτε αυτό; Σας πιέζω;»
«Όχι, εσάς αυτή είναι η δουλειά σας.»
«Να ρωτάω;»
«Να ψάχνετε απαντήσεις.»
«Σας ευχαριστώ για την κατανόηση.»
«Παρακαλώ. Σας πειράζει να καπνίσω;»
«Καθόλου. Θα καπνίσω κι εγώ μαζί σας. Συγνώμη, μήπως έχετε φωτιά;»
«Ορίστε.»
«Ωραίος αναπτήρας. Μοιάζει να είναι ακριβός. Χρυσός ενδεχομένως.»
«Τον άφησε φεύγοντας ο κύριος που λέγαμε.»
«Τον ξέχασε ή σας τον χάρισε;»
«Μάλλον το πρώτο. Αν και νομίζω πως είναι το ίδιο βασικά.»
«Γιατί;»
«Γιατί δεν νομίζω να έρθει ξανά για να μου τον ζητήσει. Και δεν νομίζω γενικά να πατήσει ξανά το πόδι του εδώ μέσα.»
«Τότε είσαστε τυχερή.»
«Δεν ευθύνομαι εγώ για αυτό. Σας είπα, έφυγε βιαστικός και αναστατωμένος.»
«Δεν αμφιβάλλω. Μόνο που σκέφτομαι ότι τώρα θα θέλει να καπνίσει οπωσδήποτε και δεν θα έχει να ανάψει.»
«Θα πάρει άλλον.»
«Δεν είμαι σίγουρος αν όλες οι απώλειες ξεπερνιούνται έτσι απλά, δια της αντικαταστάσεως.»
«Προσωπικά δεν με απασχολεί.»
«Έχετε πολύ ωραία μάτια.»
«Σας ευχαριστώ.»
«Μόνο που είναι κόκκινα.»
«Είμαι λιγάκι κουρασμένη.»
«Περίεργο. Θα έβαζα στοίχημα ότι πριν από λίγο κλαίγατε.»
«Και θα το χάνατε.»
«Μα σίγουρα δεν σας αρέσει αυτό το τραγούδι;»
«Μου είναι αδιάφορο.»
«Ακούγοντάς το δεν υπάρχει καμιά προσωπική στιγμή που να σας θυμίζει;»
«Όχι. Αλλά αφού επιμένετε, νομίζω ότι στο εξής, όταν θα το ακούω, θα μου θυμίζει την αποψινή συζήτηση μαζί σας.»
«Θα είναι το τραγούδι μας, λοιπόν.»
«Ας πούμε. Κάτι τέτοιο.»